χρονικήν

χρονικήν
χρονικός
of
fem acc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Газис, Антимос — Антимос Газис. Антимос Газис (греч. Άνθιμος Γαζής Милиес, Пелион 1758 г.  …   Википедия

  • Дексипп (историк) — В Википедии есть статьи о других людях с именем Дексипп. Публий Геренний Дексипп (лат. Publius Herennius Dexippus, греч. Δέξιππος)  афинский историк 2 й половины III века, труды которого дошли до нашего времени в выдержках других… …   Википедия

  • χρονικός — ή, ό / χρονικός, ή, όν, ΝΜΑ [χρόνος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον χρόνο (α. «χρονική στιγμή» β. «χρονικό διάστημα» γ. «χρονική υστέρηση» δ. «οὔ μοι δοκῶ προήσεσθαι χρονικοῑς τισι λεγομένοις κανόσιν», Πλούτ.) 2. γραμμ. δηλωτικός χρόνου (α …   Dictionary of Greek

  • Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… …   Dictionary of Greek

  • Λοβέρδος — Επώνυμο επιφανούς οικογένειας της Κεφαλονιάς. Αναφέρεται και με το επώνυμο Λογέρδος ή Λουέρδος. Η οικογένεια Λ. εμφανίστηκε στην Κεφαλονιά μετά το 1262 και αναφέρεται στη Χρυσή Βίβλο του νησιού, επειδή τα μέλη της είχαν τον τίτλο του κόμη.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”